Πέμπτη 9 Δεκεμβρίου 2010

Πολυ-πολιτισμός; Ναι! Δηλαδή, Μακρυγιάννη το ανάγνωσμα.


Kώστας Zουράρις
                                                                       
 
Τσιτάτο
_...Κατοικίσαμεν τους κατοίκους μέσα στα σπήλαια... ...και ρημώσαμε τους τόπους και εγίναμε η παραλυσία του κόσμου...
...Κι από τότε βλέποντας αυτήνη την αρετή, σιχάθηκα το Ρωμαίικον, ότι είμαστε ανθρωποφάγοι…
                                                                                                                      Στρατηγός Μακρυγιάννης

ΠΟΤΕ άραγε η κριτική και κυρίως η αυτοκριτική βοηθεί έναν άνθρωπο ή ένα λαό; Όταν ξένη φροντίδα και αλλότριος νους μέμφεται τις πράξεις μας με κριτήρια που, ίσως, δεν ταιριάζουν στην περίπτωση ή όταν εμείς οι ίδιοι, επειδή έχουμε υψηλόφρονη ιδέα για την παρουσία μας, κρίνουμε αμείλικτα νηφάλιοι τα αταίριαστα και τα πτωτικά μας; Πάντοτε, όταν ακούω και διαβάζω την _κριτική_ που ασκούν για τα χάλια μας διάφοροι καλοπροαίρετα άσχετοι ή κακοπίστως στρεψόδικοι, ο νους κι η ματιά μου επιστρέφουν στον Γενάρχη Μακρυγιάννη, παθιασμένο με το λαό του,αγράμματο Ποιμένα του νικημένου τότε τόπου του, που γνωρίζει όμως, τόσο γνήσια την αρχοντιά του ξεπεσμένου λαού του, η οποία και του επιτρέπει να γίνεται είρων κατήγορος της καθημερινής κακομοιριάς μας.....

O Μακρυγιάννης συνεχώς ασκεί εις βάρος του εαυτού του, συλλογικού και ατομικού, το _εδιζησάμην εμεωυτόν_ που του διδάσκει ο Ηράκλειτος, ασκεί έναντι του εαυτού του μια περιδίνηση διώξεως, ένα στρόβιλο κριτικής. Δίζημαι_ τον εαυτό μου. Το ρήμα μας μιλάει για _στροβιλισμό_, για καταδίωξη. Τόσο έντονη είναι η εις βάρος του εαυτού μας απαίτηση αυτογνωσίας, την οποία μας ορίζει ο συλλογικός μας Νους.
Κι ο Μακρυγιάννης, αυτήν την ανηλεή ανάκριση την ασκεί καθημερινά, γιατί γνωρίζει ότι ο _άριστος βίος_, αίτημα του ακραιφνούς αριστοκράτη, δεν περιμένει να του πει τα στραβά του ο ξένος, διότι πρώτος Τιμωρός, πάντοτε, για την _μετ_ ευβουλίας πλήθους αριστοκρατίαν_, είναι ο ίδιος μας ο εαυτός.
Τιμωρός για τους Έλληνες, δεν είναι ένας μικρομίζερος χαφιές, που παριστάνει τον δάσκαλο, ή τον νταβατζή της ψυχής μας ή τον δικαστή της μορφής μας, αλλά κάποιος Διάκονος-Τιμωρός, ο φροντίζων την τιμή μας. Αυτό λέει η λέξη.
_Πρόσεχε σεαυτώ_, του ξαναθυμίζουν μαζί με τον Εφέσιο Σκοτεινό ιερέα και οι Πατέρες της Εκκλησίας: _έχε προς τον εαυτό σου_, μη χαλαρώνεις, να τον προσέχεις τον εαυτό σου, μην τον
εγκαταλείπεις στην πλαδαρότητα, στην ακηδία. Να κήδεσαι του εαυτού σου, να του κάνεις καλή κηδεία είτε είσαι ζωντανός είτε πεθαμένος. Και προσέχεις, κήδεσαι του εαυτού σου, όταν δεν
παρασύρεσαι ως μικρομεσαίος δυτικός στην αλαζονεία της εξουσίας, στην ψευδαίσθηση της εξουσίας, στην αναλγησία του πλούτου, στην νευρωσική σου δηλαδή αγωνία να το παίζεις σοφός και θεός. Γιατί εμείς το νοιώσαμε οριστικά και οριστικοί:
_Ανθρώπων ο σοφώτατος προς θεόν πίθηκος φανείται και σοφία και κάλλει και τοις άλλοις πάσιν_ (Ηράκλειτος, απόσπ. 83) Πάψε λοιπόν να ασχολήσαι περιαυτολογώντας και κορδακιζόμενος με τις σοφίες σου και τα κάλλη σου, πιθηκίζοντας τον θεό, για να μην έχεις συνεχώς αναπτυξιακό, golden boy κάλο στο κεφάλι σου. Και πάψε να λατρεύεις είδωλα, χρυσά βόδια, ζαντολάστιχα παθητικής ενεργητικότητας, αερόμπικ πισίνα για την κυτταρίτιδα του πισινού σου, πάψε να κυνηγάς μέχρι θαλάμου εντατικής του Ωνασείου τον άπληστο κορεσμό σου με _αγαθά_, που δεν θα τα πάρεις μαζί σου και δεν σε πηγαίνουν πουθενά. O αριστοκράτης ασκεί καθημερινή πενία και δωρεά: δεν μαζεύει ως ρακοσυλλέκτης τα περιττά -ως γνωστόν, δε, τα πάντα είναι συνήθως περιττά- και δωρίζει απλόχερα και σκορπά. O τρόπος μας ξέρει ότι η αποταμίευση είναι η αρετή της τσιγγουνιάς, κι ο κορεσμός μέσα
στα καταναλωτικά, cosmetics, και λοιπά δια-κοσμητικά, αποσμητικά, τον ενάρετο τον κάνει όχλο. _Δωρεάν ελάβατε, δωρεάν δότε!_, σατιρίζει την πανικόβλητη τσιγγουνιά μας, η παιγνιώδης μας Παράδοση.
Από κορεσμό θα πας κι από τα κεκορεσμένα λίπη της απληστίας σου. Τζάμπα θα πας, έτσι που σου μπουκώνουν τα ξεχειλωμένα μυαλά σου με παθητική ασφάλεια, πριν τα τινάξεις ενεργητικά,
επισφαλώς ανασφαλής, αλλά ασφαλισμένος στην _Χάρος-Ιnter-thanatican, illimited_, υπερόριος, χωρίς σύνορα, όσο κι η αναπτυξιακή σου μαλακία.
O κορεσμός σε κάνει κτήνος: _... οι δε πολλοί κεκόρηνται όκωσπερ κτήνεα_ (Ηράκλειτος, αποσπ. 29). Ναι, οι πολλοί προσπαθούν να κορέσουν τα πάθη τους, την αγωνία τους, τον λιγούρικο εαυτό τους, όπως κάνουν τα κτήνη: μέχρι σκασμού.
Ενώ, _αιρεύνται γαρ εν αντί απάντων οι άριστοι, κλέος αέναον θνητών_ (Ηράκλειτος, αποσπ. 29). Ενώ, οι θνητοί αριστοκράτες, που ξέρουν ότι είναι θνητοί, _αιρεύνται_, επιλέγουν, προτιμούν το λίγο, το εν κι όχι τα πολλά, όχι τα άπαντα. Κι αυτή η επιλογή τους για το εν, το λίγο, είναι το κλέος του, το
Δοξαστικό τους το αθάνατο.
Διότι με τα συσσωρευμένα και τα υπό συσσώρευσιν αγαθά, _κεκόρηνται τα κτήνεα_.
Μα τα απαραίτητα; Τι θα γίνει με τα απαραίτητα; ψελλίζει πανικόβλητος ο μόνιμος δουλοπάροικος της _διαφημιστικής πίτας_, που τον κάνει πίτα με στερητικό σύνδρομο _Artisti χαυνωμένοι_.
Ποιά απαραίτητα; _Οι άριστοι... αιρεύνται γαρ εν αντί απάντων_: αριστοκράτες γίνονται εκείνοι που καταργούν τα απαραίτητα. Διότι τα _απαραίτητα_, δεν έχουν ούτε αρχή ούτε τέλος και μας κάνουν φονιάδες, φονουργούς, δράστες του _οικονομικού εγκλήματος_, φονιάδες υπέρ της Νέας τάξης
πραγμάτων και υπέρ του _δικαιώματος ανθρωπιστικής επεμβάσεως_, για τα απαραίτητα πετρέλαια.
O Μακρυγιάννης ξέρει και ελεεινολογεί το _απαραίτητο_, που οδηγεί τον ενάρετο στην χωματερή του φόνου και της ακηδίας: _...το καλύτερο λελούδι, διαμάντι, του Δυσσέα, τ_ άλλο του
Γκούρα. Διά _φόδιασμα του κάστρου λίγα χρήματα πιάσανε. Κι έμεινε άδειον και ξερόν το κάστρο_.
Έτσι: η __διοτέλεια_ μας, καταστρέφει την Επανάσταση και τον εαυτό μας. Κι ούτε βέβαια ο Ανδρούτσος ή ο Γκούρας χάρηκαν το λελούδι και το διαμάντι που _χαν ληστέψει, όκωσπερ κτήνεα.
..._Όταν μπήκαμε εις την Άρτα ήμαστε τέσσερες χιλιάδες. Ύστερα, διά να γυμνώσωμεν τους δυστυχείς Αρτινούς, γενήκαμεν περίπου από δέκα. Όταν μπήκαμε με πόλεμον στην Άρτα, δεν σκοτωθήκαμεν τίποτας, μικρά πράγματα, διά το βίον του κονσουλάτου σκοτωθήκαμεν πλήθος, ότι το είχαν ολόγυρα πιασμένο οι Τούρκοι κι όλο σε κρέας βαρούγαν... Και γυμνώσαμεν όλους τους καημένους και τους αφήσαμεν δυστυχείς_.
Κλέος Ελλήνων, δοξασμένη ελληνική επανάσταση της απληστίας, της λεηλασίας και της σφαγής.
Κεκόρηνται όκωσπερ κτήνεα, κι είναι ακόμη ακόρεστοι.
Κι ο Γενάρχης Μακρυγιάννης ακόρεστος αρετής, ετυμηγορεί: _Κι από αυτό δεν θα κάμωμεν ποτέ προκοπή, μήτε θα ιδούμεν θεού πρόσωπον, ότι είμαστε θερία, ανθρωποφάγοι, άτιμοι άνθρωποι.
Είμαστε τοιούτοι όλοι, ανάξιοι της λευτεριάς._ Ανάξιοι αναγνώστες, για να ιδούμεν Θεού πρόσωπον, λέω να επανέλθω μακρυγιαννηκότερος._
                                                                                                                                                         

Δημοσιεύτηκε στους 4 Τροχούς τον Σεπτέμβριο του 1994

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου